Σε συνέχεια μακράς διαβούλευσης με τα Κράτη-Μέλη (Κ-Μ) δημοσιεύτηκε (03-05-2024) και τέθηκε σε ισχύ (από τις 23-05-2024) ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός 2024/1252 (ΕΕ) για τη θέσπιση πλαισίου για τη διασφάλιση ασφαλούς και βιώσιμου εφοδιασμού κρίσιμων πρώτων υλών και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) 168/2013 , (ΕΕ) 2018/858, (ΕΕ) 2018/1724 και (ΕΕ) 2019/1020 (σύνδεσμος για τον Κανονισμό εδώ).
Γενικός στόχος του Κανονισμού της ΕΕ περί Κρίσιμων Πρώτων Υλών αποτελεί η διασφάλιση της ασφαλούς πρόσβασης της Ένωσης σε κρίσιμες πρώτες ύλες, παρέχοντας, παράλληλα, κίνητρα για την ανάπτυξη βιώσιμων και ανθεκτικών πηγών εφοδιασμού, μεταξύ άλλων με την προώθηση της αποτελεσματικότητας και της κυκλικότητας σε όλη την αλυσίδα αξίας. Ειδικότερα, αποσκοπεί στην ενίσχυση των διαφόρων σταδίων της ευρωπαϊκής αλυσίδας αξίας πρώτων υλών ζωτικής σημασίας, στη διαφοροποίηση των εισαγωγών της ΕΕ κρίσιμων πρώτων υλών για τη μείωση των στρατηγικών εξαρτήσεων, στη βελτίωση της ικανότητας της ΕΕ να παρακολουθεί και να μετριάζει τους τρέχοντες και μελλοντικούς κινδύνους διαταραχών στον εφοδιασμό κρίσιμων πρώτων υλών, στη διασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας κρίσιμων πρώτων υλών στην ενιαία αγορά, διασφαλίζοντας παράλληλα υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος .
Ο Κανονισμός καθορίζει σαφή σημεία αναφοράς (ποσοστώσεις) για την εγχώρια δυναμικότητα για όλες τις φάσεις της αλυσίδας εφοδιασμού πρώτων υλών στρατηγικής σημασίας και για τη διαφοροποίηση του εφοδιασμού της ΕΕ έως το 2030 : τουλάχιστον το 10 % της ετήσιας κατανάλωσης της ΕΕ για την εξόρυξη, το 40 % για την επεξεργασία, το 15 % για την ανακύκλωση, ενώ το ποσοστό της ετήσιας κατανάλωσης της Ένωσης για κάθε πρώτη ύλη στρατηγικής σημασίας, σε οποιοδήποτε στάδιο επεξεργασίας, που προέρχεται από μία μόνο τρίτη χώρα δεν θα υπερβαίνει το 65%. Επίσης, καθορίζεται συγκεκριμένος ενδεικτικός αριθμός στρατηγικών πρώτων υλών και κρίσιμων πρώτων υλών για την οικονομία της Ε.Ε. και επιδιώκεται μείωση του απαιτούμενου χρόνος διαδικασιών αδειοδότησης για έργα ζωτικής σημασίας.